Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

ἀργύριον ῥητόν

См. также в других словарях:

  • αργύριο — και ον, το (AM ἀργύριον) [άργυρος] πληθ. 1. χρήματα 2. τα χρήματα που πήρε ο Ιούδας 3. ο άργυρος ως μέταλλο αρχ. 1. μικρό νόμισμα, κέρμα 2. τα χρήματα, τα μετρητά 3. φρ. «ἀργύριον ῥητόν» ορισμένο χρηματικό ποσό …   Dictionary of Greek

  • εφόδιο — το (ΑΜ ἐφόδιον, Α συν. στον πληθ. ἐφόδια, τὰ και ιων. τύπος ἐπόδια) 1. τα αναγκαία χρήματα ή τρόφιμα για την οδοιπορία ή το ταξίδι 2. γενικώς τα αναγκαία, τα απαραίτητα για κάτι και ειδικώς τα απαραίτητα πολεμοφόδια, καθετί που χρειάζεται για τη… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»